Επιστρέφοντας στο blog μου μετά από αρκετό καιρό απραξίας (ακούγεται κοινότυπο να πω ότι δεν προλάβαινα λόγω φόρτου εργασίας, αλλά είναι πέρα για πέρα αλήθεια) αποφάσισα να γυρίσω στις κλασσικές ιστορίες των αδερφών Grimm. Ο λόγος γι' αυτό: αφενός παραμένουν αγαπημένα παραμύθια, αφετέρου ο καλός μου, μου έκανε δώρο για τα γενέθλια μου το βιβλίο του Philip Pullman, Grimm Tales: For Young and Old από τις εκδόσεις Penguin.
Τα πρώτα παραμύθια των αδερφών Grimm δημοσιεύτηκαν το 1812. Οι ιστορίες τους ήταν γεμάτες μάγισσες, γενναίους πρίγκηπες, ζώα με ανθρώπινη συμπεριφορά και δυσλειτουργικές οικογένειες, μεταξύ άλλων... (βγαλμένα από τη ζωή, εάν εξαιρέσεις τους γενναίους πρίγκηπες). Αυτό όμως που πραγματικά σημάδευε κάθε ιστορία τους ήταν η μανία με το φαγητό. Όπως αναφέραμε σε προηγούμενο post, οι ίδιοι οι αδερφοί Grimm ήταν ορφανοί, φτωχοί και μονίμως πεινασμένοι. Δεν προκαλεί λοιπόν εντύπωση το γεγονός ότι τα παραμύθια τους αποτελούν μια συλλογή από ιστορίες πείνας, στις οποίες παρουσιάζουν γλαφυρά το που μπορεί να οδηγηθεί ο άνθρωπος από την πείνα (σ.σ. Χάνσελ και Γκρέτελ) και φυσικά την αγαλλίαση που νιώθει όταν καταφέρνει να την κορέσει.
Στο βιβλίο του ο Pullman - αγαπημένος συγγραφέας και ακτιβιστής, γνωστός για τα βιβλία του "Η τριλογία του κόσμου" - συμπεριφέρεται με απόλυτο σεβασμό στις ιστορίες των αδερφών Grimm (παράδειγμα προς μίμηση για τους κυρίους και κυρίες των studio της Disney). Δεν αλλοιώνει τις αρχικές ιστορίες για να κολακεύσει τους ήρωες ή για να απαλύνει το τέλος. Αντίθετα χρησιμοποιεί τη φαντασία του για να ξαναζωντανεύσει το δημιούργημα των αδερφών Grimm στο οποίο συμπεριφέρεται σαν συντηρητής έργου τέχνης που τα χρώματα έχουν ξεθωριάσει με το χρόνο. Αυτό που ο Pullman προσθέτει στα αρχικά κείμενα είναι η λεπτομερής περιγραφή των φαγητών που ονειρεύονται, τρώνε ή νοσταλγούν οι ήρωες κάνοντας ακόμα πιο έντονη την εμμονή των αδερφών Grimm.
Μονομάτα, Διπλομάτα, Τριτομάτα.
Η πρώτη ιστορία που διάλεξα από το καινούριο μου απόκτημα είναι η "Μονομάτα, Διπλομάτα, Τριτομάτα" (One eye, two eyes, three eyes) ή "Το τρίτο μάτι" στα ελληνικά. Πρόκειται για μια από τις λιγότερο γνωστές ιστορίες των αδερφών Grimm που έχει όμως λίγο απ' όλα: ομιλούσα κατσίκα, άσχημες αδερφές, δυσλειτουργική οικογένεια, μάγισσα (καλή αυτήν τη φορά) και φυσικά πρίγκηπα και χαρούμενο τέλος. Είναι όμως ένα παραμύθι χτισμένο γύρω από το φαγητό και την προσπάθεια της ηρωίδας να χορτάσει την πείνα της. Αναζητώντας μάλιστα την ελληνική απόδοση της ιστορίας, ανακάλυψα ότι υπάρχουν τουλάχιστον δύο παραλλαγές της στην ελληνική λαογραφία, στη Θεσσαλία και τη Θράκη.
Στην ιστορία λοιπόν υπάρχει μια μάνα με τρεις κόρες. Η πρώτη κόρη είχε ένα μάτι, η δεύτερη δύο και η τρίτη τρία. Επειδή η δεύτερη είχε δύο μάτια, η μάνα και οι άλλες δύο κόρες την αντιπαθούσαν βαθύτατα. Ο τρόπος λοιπόν να της το δείξουν ήταν, μεταξύ άλλων, να την αφήνουν νηστική, δίνοντας της μόνο τα αποφάγια τους. Μια από τις υποχρεώσεις της Διπλομάτας ήταν να βόσκει την κατσίκα της οικογένειας. Εκεί λοιπόν που καθόταν με την κατσίκα στα χορταράκια τα χλωρά και έκλαιγε τη μοίρα της παρουσιάστηκε μπροστά της μια γυναίκα (η καλή η μάγισσα που λέγαμε πιο πάνω) και της είπε να ζητήσει από την κατσίκα να της δώσει φαγητό, να φάει όσο θέλει και μετά, να ζητήσει από την κατσίκα να κρύψει το φαγητό. Έτσι και έγινε και η Διπλομάτα βρήκε αυτόν τον τρόπο να τρώει καθημερινά. Οι άλλες όμως πίσω στο σπίτι κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, επειδή η Διπλομάτα μολονότι δεν έτρωγε τα αποφάγια τους, πάχαινε. Αποφάσισαν λοιπόν να πάνε μαζί της στη βοσκή. Την πρώτη φορά πήγε η Μονομάτα, αλλά η αδερφή της, δασκαλεμένη από την καλή μάγισσα την κοίμισε λέγοντας "Ένα μάτι νυστάζει - ένα μάτι κοιμάται, κοιμήσου Μονομάτα μου". Την επόμενη φορά πήγε μαζί της η Τριτομάτα. Η Διπλομάτα χρησιμοποίησε το ίδιο κόλπο για να την κοιμίσει αλλά έκανε λάθος και είπε "Τρία μάτια νυστάζουν, δύο μάτια κοιμούνται, κοιμήσου Τριτομάτα μου". Έτσι το τρίτο μάτι έμεινε ανοικτό και είδε την κατσίκα να στρώνει γλέντι τρικούβερτο. Την επόμενη μέρα η κατσίκα έγινε ψητή. Η Διπλομάτα, πάλι δασκαλεμένη από τη μάγισσα, πήρε τα κόκαλα της και τα έθαψε στην αυλή. Εκεί την επόμενη μέρα φύτρωσε ένα δέντρο με χρυσούς καρπούς. Ως δια μαγείας να σου και ο πρίγκηπας να ζητάει από τα κορίτσια να του κόψουν τους καρπούς. Φυσικά μόνο η Διπλομάτα κατάφερε να τους κόψει και αυτό ήταν αρκετό για να την πάρει ο πρίγκιπας στο παλάτι, να την παντρευτεί (βεβαίως, βεβαίως) και να ζήσουν αυτοί καλά και οι αδερφές της να φάνε τα λυσσακά τους.
Στο βιβλίο μου λοιπόν ο Pullman δεν αρκείται να "ταΐσει" τη Διπλομάτα αλλά περιγράφει αναλυτικά όλα τα εδέσματα που η κατσίκα της προσφέρει. Από αυτά διάλεξα το μενού με "Πρασόσουπα, ψητό κοτόπουλο και φράουλες με σαντιγί". Ο λόγος απλός: δεν μου βρισκότανε εύκαιρο πατέ από συκωτάκια πουλιών ούτε λαρδί τηγανητό αφετέρου το συγκεκριμένο μενού θα το παρήγγειλα άνετα σε οποιοδήποτε εστιατόριο, ταβέρνα, κατσίκα κ.ο.κ. Ιδού λοιπόν, πρασόσουπα, ψητό κοτόπουλο και φράουλες ικανά να χορτάσουν τους μονίμως πεινασμένους αδερφούς Grimm.
Πρασόσουπα
Τα πρώτα παραμύθια των αδερφών Grimm δημοσιεύτηκαν το 1812. Οι ιστορίες τους ήταν γεμάτες μάγισσες, γενναίους πρίγκηπες, ζώα με ανθρώπινη συμπεριφορά και δυσλειτουργικές οικογένειες, μεταξύ άλλων... (βγαλμένα από τη ζωή, εάν εξαιρέσεις τους γενναίους πρίγκηπες). Αυτό όμως που πραγματικά σημάδευε κάθε ιστορία τους ήταν η μανία με το φαγητό. Όπως αναφέραμε σε προηγούμενο post, οι ίδιοι οι αδερφοί Grimm ήταν ορφανοί, φτωχοί και μονίμως πεινασμένοι. Δεν προκαλεί λοιπόν εντύπωση το γεγονός ότι τα παραμύθια τους αποτελούν μια συλλογή από ιστορίες πείνας, στις οποίες παρουσιάζουν γλαφυρά το που μπορεί να οδηγηθεί ο άνθρωπος από την πείνα (σ.σ. Χάνσελ και Γκρέτελ) και φυσικά την αγαλλίαση που νιώθει όταν καταφέρνει να την κορέσει.
Στο βιβλίο του ο Pullman - αγαπημένος συγγραφέας και ακτιβιστής, γνωστός για τα βιβλία του "Η τριλογία του κόσμου" - συμπεριφέρεται με απόλυτο σεβασμό στις ιστορίες των αδερφών Grimm (παράδειγμα προς μίμηση για τους κυρίους και κυρίες των studio της Disney). Δεν αλλοιώνει τις αρχικές ιστορίες για να κολακεύσει τους ήρωες ή για να απαλύνει το τέλος. Αντίθετα χρησιμοποιεί τη φαντασία του για να ξαναζωντανεύσει το δημιούργημα των αδερφών Grimm στο οποίο συμπεριφέρεται σαν συντηρητής έργου τέχνης που τα χρώματα έχουν ξεθωριάσει με το χρόνο. Αυτό που ο Pullman προσθέτει στα αρχικά κείμενα είναι η λεπτομερής περιγραφή των φαγητών που ονειρεύονται, τρώνε ή νοσταλγούν οι ήρωες κάνοντας ακόμα πιο έντονη την εμμονή των αδερφών Grimm.
Μονομάτα, Διπλομάτα, Τριτομάτα.
Η πρώτη ιστορία που διάλεξα από το καινούριο μου απόκτημα είναι η "Μονομάτα, Διπλομάτα, Τριτομάτα" (One eye, two eyes, three eyes) ή "Το τρίτο μάτι" στα ελληνικά. Πρόκειται για μια από τις λιγότερο γνωστές ιστορίες των αδερφών Grimm που έχει όμως λίγο απ' όλα: ομιλούσα κατσίκα, άσχημες αδερφές, δυσλειτουργική οικογένεια, μάγισσα (καλή αυτήν τη φορά) και φυσικά πρίγκηπα και χαρούμενο τέλος. Είναι όμως ένα παραμύθι χτισμένο γύρω από το φαγητό και την προσπάθεια της ηρωίδας να χορτάσει την πείνα της. Αναζητώντας μάλιστα την ελληνική απόδοση της ιστορίας, ανακάλυψα ότι υπάρχουν τουλάχιστον δύο παραλλαγές της στην ελληνική λαογραφία, στη Θεσσαλία και τη Θράκη.
Στην ιστορία λοιπόν υπάρχει μια μάνα με τρεις κόρες. Η πρώτη κόρη είχε ένα μάτι, η δεύτερη δύο και η τρίτη τρία. Επειδή η δεύτερη είχε δύο μάτια, η μάνα και οι άλλες δύο κόρες την αντιπαθούσαν βαθύτατα. Ο τρόπος λοιπόν να της το δείξουν ήταν, μεταξύ άλλων, να την αφήνουν νηστική, δίνοντας της μόνο τα αποφάγια τους. Μια από τις υποχρεώσεις της Διπλομάτας ήταν να βόσκει την κατσίκα της οικογένειας. Εκεί λοιπόν που καθόταν με την κατσίκα στα χορταράκια τα χλωρά και έκλαιγε τη μοίρα της παρουσιάστηκε μπροστά της μια γυναίκα (η καλή η μάγισσα που λέγαμε πιο πάνω) και της είπε να ζητήσει από την κατσίκα να της δώσει φαγητό, να φάει όσο θέλει και μετά, να ζητήσει από την κατσίκα να κρύψει το φαγητό. Έτσι και έγινε και η Διπλομάτα βρήκε αυτόν τον τρόπο να τρώει καθημερινά. Οι άλλες όμως πίσω στο σπίτι κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, επειδή η Διπλομάτα μολονότι δεν έτρωγε τα αποφάγια τους, πάχαινε. Αποφάσισαν λοιπόν να πάνε μαζί της στη βοσκή. Την πρώτη φορά πήγε η Μονομάτα, αλλά η αδερφή της, δασκαλεμένη από την καλή μάγισσα την κοίμισε λέγοντας "Ένα μάτι νυστάζει - ένα μάτι κοιμάται, κοιμήσου Μονομάτα μου". Την επόμενη φορά πήγε μαζί της η Τριτομάτα. Η Διπλομάτα χρησιμοποίησε το ίδιο κόλπο για να την κοιμίσει αλλά έκανε λάθος και είπε "Τρία μάτια νυστάζουν, δύο μάτια κοιμούνται, κοιμήσου Τριτομάτα μου". Έτσι το τρίτο μάτι έμεινε ανοικτό και είδε την κατσίκα να στρώνει γλέντι τρικούβερτο. Την επόμενη μέρα η κατσίκα έγινε ψητή. Η Διπλομάτα, πάλι δασκαλεμένη από τη μάγισσα, πήρε τα κόκαλα της και τα έθαψε στην αυλή. Εκεί την επόμενη μέρα φύτρωσε ένα δέντρο με χρυσούς καρπούς. Ως δια μαγείας να σου και ο πρίγκηπας να ζητάει από τα κορίτσια να του κόψουν τους καρπούς. Φυσικά μόνο η Διπλομάτα κατάφερε να τους κόψει και αυτό ήταν αρκετό για να την πάρει ο πρίγκιπας στο παλάτι, να την παντρευτεί (βεβαίως, βεβαίως) και να ζήσουν αυτοί καλά και οι αδερφές της να φάνε τα λυσσακά τους.
Στο βιβλίο μου λοιπόν ο Pullman δεν αρκείται να "ταΐσει" τη Διπλομάτα αλλά περιγράφει αναλυτικά όλα τα εδέσματα που η κατσίκα της προσφέρει. Από αυτά διάλεξα το μενού με "Πρασόσουπα, ψητό κοτόπουλο και φράουλες με σαντιγί". Ο λόγος απλός: δεν μου βρισκότανε εύκαιρο πατέ από συκωτάκια πουλιών ούτε λαρδί τηγανητό αφετέρου το συγκεκριμένο μενού θα το παρήγγειλα άνετα σε οποιοδήποτε εστιατόριο, ταβέρνα, κατσίκα κ.ο.κ. Ιδού λοιπόν, πρασόσουπα, ψητό κοτόπουλο και φράουλες ικανά να χορτάσουν τους μονίμως πεινασμένους αδερφούς Grimm.
Πρασόσουπα
Η πρασόσουπα ήταν φαγητό τόσο για τους πλούσιους όσο και για τους φτωχούς στο μεσαίωνα. Στις συνταγές της εποχής των αδερφών Grimm, ήταν ένας ζωμός που φτιαχνόταν από πράσα και πατάτες. Οι πιο πλούσιοι βέβαια τσιγάριζαν τα πράσα σε ζωικό λίπος (λαρδί) ενώ οι φτωχότεροι αρκούνταν στα λαχανικά βρασμένα σε νερό. Στη συγκεκριμένη συνταγή το λαρδί το αντικαταστήσαμε με προσούτο (εξίσου καλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και μπέικον) επιλέγοντας την πιο gourmet συνταγή. Ή το κάνει το καλό η κατσίκα ή δεν το κάνει...
Υλικά
2 πράσα
2 μεγάλες πατάτες
1 μεγάλο κρεμμύδι
4 φέτες καπνιστό αλλαντικό (στην προκειμένη περίπτωση προσούτο αλλά μπορείτε να αντικαταστήσετε με μπέικον)
1 κουταλιά της σούπας αλεύρι Γ.Ο.Χ.
3 κουταλιές της σούπας ελαιόλαδο
1 λίτρο ζωμό από λαχανικά
Αλάτι - Πιπέρι
Εκτέλεση
Κόβουμε το κρεμμύδι και το πράσο και σοτάρουμε στο ελαιόλαδο. Προσθέτουμε το προσούτο και συνεχίζουμε μέχρι να βγάλει το πράσο όλα τα υγρά του.
Προσθέτουμε το αλεύρι και ανακατεύουμε γρήγορα για να μην κολλήσει. Σβήνουμε με το ζωμό λαχανικών.
Προσθέτουμε το αλατοπίπερο και αφήνουμε να πάρει μια βράση. Μόλις αρχίσει να βράζει βάζουμε τις πατάτες.
Αφήνουμε να βράσει για περίπου 15' (μέχρι να μαλακώσουν οι πατάτες). Με τρυπητή κουτάλα βγάζουμε τα λαχανικά και τα βάζουμε στο multi.
Λιώνουμε τα λαχανικά και τα προσθέτουμε στη σούπα σε μορφή πουρέ. Ανακατεύουμε και αφήνουμε για 2' να πάρει μια βράση.
Φυσικά σερβίρεται ζεστή με φρεσκοτριμμένο πιπέρι.
Ψητό κοτόπουλο
Στο μεσαίωνα ο συνηθέστερος τρόπος για να μαγειρέψουν κρέας ήταν στη σούβλα. Κάποιος νεαρός υπηρέτης ή κάποιο από τα παιδιά της οικογένειας καθόταν δίπλα στη φωτιά ώστε να γυρίζει σιγά σιγά τη σούβλα έως ότου να μαγειρευτεί το φαγητό. Επίσης, αν και το φαγητό ήταν απλό, χρησιμοποιούσαν πολλά καρυκεύματα και μυρωδικά. Ο λόγος δεν ήταν επειδή - όπως πολλοί νομίζουν - ήθελαν να καλύψουν την έντονη μυρωδιά του κρέατος. Αντίθετα το κρέας τρωγόταν την ημέρα που σφαζόταν, πολύ πιο φρέσκο απ' ότι στις ημέρες μας. Τα μυρωδικά έμπαιναν σε αφθονία επειδή πίστευαν στις πεπτικές τους ιδιότητες. Την παρακάτω συνταγή τη βρήκα αναζητώντας στο διαδίκτυο την απλούστερη μεσαιωνική συνταγή για ψητό κοτόπουλο. Αν και μπήκα στον πειρασμό να πάω στο πάρκο απέναντι από το σπίτι μου και να σουβλίσω, μόνο και μόνο για να δω τις φάτσες των Ολλανδών γειτόνων μου, αποφάσισα να χρησιμοποιήσω ένα κουτάκι μπύρας, εν είδει αυτοσχέδιας σούβλας. Επίσης με εξέπληξε η χρήση της πάπρικα, μπαχαρικό άγνωστο στη μεσαιωνική Ευρώπη, όμως η συνταγή μου άρεσε πολύ για να διαφωνήσω. Εδώ η μαγείρισσα ήταν κατσίκα στην ιστορική ανακρίβεια για την πάπρικα θα κολλήσουμε;
Υλικά
1 κοτόπουλο
1 κούπα χυμό λεμονιού
1/2 λεμόνι
3 σκελίδες σκόρδο
2 κουταλιές της σούπας πάπρικα γλυκιά
Ρίγανη, θυμάρι, μαντζουράνα και ξερό βασιλικό
Αλάτι - πιπέρι
2 κούπες νερό
1 μπύρα σε κουτάκι αλουμινίου
Βάζουμε όλα τα υλικά σε ένα μπολ.
Προσθέτουμε το κοτόπουλο. Αφήνουμε να μαριναριστεί για περίπου 10' και μετά το γυρίζουμε πλευρά και το αφήνουμε για άλλα 5'.
Ανοίγουμε τη μπύρα και χύνουμε το μισό περιεχόμενο. Καλύπτουμε το κουτάκι με αλουμινόχαρτο και το βάζουμε στη μέση ενός ταψιού. "Φοράμε" το κοτόπουλο στο κουτάκι μπύρας και το στερεώνουμε.
Ψήνουμε στους 180οC για περίπου 1,5 ώρα. Χρησιμοποιούμε πηρούνα και χαρτί κουζίνας ώστε να αφαιρέσουμε το κουτάκι μπύρας χωρίς να χυθεί
Σερβίρεται σκέτο, με σαλάτα ή με ότι άλλο τραβάει η όρεξη σας.
Φράουλες με σαντιγί
Υλικά
200 gr φράουλες
125 gr κρέμα γάλακτος για σαντιγί
2 βανιλίνες
Εκτέλεση
Βάζουμε τις βανιλίνες στο μίξερ. Προσθέτουμε την παγωμένη κρέμα γάλακτος.
Χτυπάμε μέχρι να γίνει σφικτή σαντιγί. Κόβουμε τις φράουλες.
Σερβίρουμε βάζοντας εναλλάξ σαντιγί και φράουλες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου